Συνολικές προβολές σελίδας

Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Πασχαλινό Χρονογράφημα

Σημίτης σε ρόλο Σημίτη


Ο κ. Σημίτης έκανε δηλώσεις που επέβαλε σε κυβερνητικούς κύκλους να δηλώσουν δυσαρεστημένοι για τις δηλώσεις του κ. Σημίτη. Συνήθως ο κ. Σημίτης ό,τι κι αν κάνει, δυσαρεστεί τους κυβερνητικούς κύκλους οι οποίοι θα ήσαν λιγότερο δυσαρεστημένοι αν λ.χ. ο κ. Σημίτης δεν υπήρχε. Αν δεν είχε, καλύτερα, υπάρξει ποτέ. Ίσως τότε και μόνον τότε η δυσαρέσκειά τους να ήταν αμελητέα.

Τι δήλωσε όμως ο κ. Σημίτης ώστε να προκαλέσει τόσες δυσαρεστημένες αντιδηλώσεις;

Ο κ. Σημίτης δήλωσε μέσα από πολλές ντζιριτζάντζουλες άρθρων σε κατά τεκμήριο «σοβαρά» φύλλα, ότι όσο πιο γρήγορα διαπραγματευτούμε την επαναδιαπραγμάτευση του χρέους τόσο το καλύτερο και για τους επαναδιαπραγματευτές και για τις επαναδιαπραγματεύσεις. Σιγά τα φρέσκα νέα! Το συμπέρασμα είναι πως ο κ. Σημίτης παραμένει ο βασιλιάς της ταυτολογίας και του αυτονόητου μεταφέροντας κάρβουνα στο Νιούκαστλ και ελιές θρούμπες στον Πύργο Ηλείας. Τις τελευταίες τις παίρνει από μεγεθυμένες φωτογραφίες του.

Τώρα τι εξαναγκάζει τον κ. Σημίτη να κάνει δηλώσεις ειδικά τώρα, είναι μάλλον ερώτημα που δεν μπορεί να απαντηθεί, τώρα. Είναι ίδιον, βλέπετε των πρώην ή νυν πρωθυπουργών να μην μιλάνε όταν πρέπει, να μιλάνε όταν δεν έχουν τίποτε να πουν και τελικά να λένε εκείνο που ο καθένας ξέρει και δεν θα ήθελε ποτέ να ακούσει από πρωθυπουργικά χείλη (πρώην ή νυν). Έτσι κάποιοι αντιλαμβάνονται το χρέος τους προς την Ιστορία. (Ιδιαίτερα όταν έχουν λησμονήσει αυτοί και η κάστα που τους προωθεί συστηματικά τα χρέη τους προς την εφορία). Η ευφορία των ημερών, ήγουν τα Άγια Πάθη που δεν λένε να τελειώσουν, έσπρωξαν τον κ. Σημίτη λοιπόν ν΄ αναλύσει με δραματικό τρόπο την τραγική μας κατάσταση πιστεύοντας ότι το ταλέντο ως τραγικών του κ. Παπακωνσταντίνου και του κ. Παπανδρέου δεν είναι αρκετό για να στηθεί μια αξιοπρεπής παράσταση νεοελληνικής αρχαίας τραγωδίας. Ο κ. Σημίτης θα ήθελε να είναι ένας Μινωτής αφού από πλευράς σωματοδομής δεν μπορεί να είναι ένας Βεάκης. Κατανοητό. Μόνο που στην παράσταση επιθυμεί τον κ. Παπανδρέου σε ρόλο Άβερελ Ντάλτον (ως σωματοδομή) και τον κ. Παπακωνσταντίνου ως Μπομπ Σφουγγαράκη (καλό παιδί, φιλότιμο αλλά λίγο.) Κατανοητότατο. Να γιατί τα παίρνει η κυβέρνηση με τις δηλώσεις του πρώην πρωθυπουργού αλλά δεν ενοχλείται με τις δηλώσεις, φερ΄ ειπείν, του νυν προέδρου της Δημοκρατίας ο οποίος εν όψει της κρισιμότητας των στιγμών τας οποίας διέρχεται η πατρίς, εδήλωσεν το βαρυσήμαντον και εμπνευσμένον «Χριστός ανέστη κι ο Θεός να βάλει το χέρι του».

Συνελόντι ειπείν, που θα λέγε κι ο Πάνος Παναγιωτόπουλος ο κ. Σημίτης αισθάνεται υπέροχα εκτός Κορυδαλλού και μάλιστα ζηλεύει όχι τη θέση του Έλληνα πρωθυπουργού – τουναντίον- αλλά τις θέσεις εκείνων των σαλτιμπάγκων που καθίζουν τους κώλους τους εκεί που κάποτε κάθονταν ο Κολ, ο Μιτεράν, η Θάτσερ ή ο Ντελόρ. Σαλτιμπάγκοι που δεν βλέπουν πέρα από τη μύτη τους και τη χαρτούρα των Βρυξελλών και που αλλάζουν γνώμη τρεις φορές την ημέρα για δυο βασικούς λόγους: πρώτον γιατί κατά βάθος δεν έχουν γνώμη και δεύτερον γιατί η ημέρα δεν έχει περισσότερες ώρες. Σ΄ αυτή λοιπόν την γενικευμένη ευρωπαϊκή κρίση, σ΄ αυτή την δύση των οραμάτων και τη δύση των προσωπικοτήτων η Ιστορία προς στιγμήν διακόπτει και καθεύδει ενώ οι ποικίλες μετριότητες χορεύουν χορούς καθυστερημένα αποκριάτικους ερήμην της. Σ΄ ένα τέτοιο κλίμα είναι λογικό ο κ. Σημίτης να σκέφτεται «πώς είναι δυνατόν να λείπω εγώ;» Ενώ ο κ. Παπανδρέου σαστισμένα σκέπτεται «Γιατί αργούν να μου φέρουν το χειρόγραφό μου;»

Βλέπετε άλλοι σκέπτονται, άλλοι μιλούν, άλλοι γράφουν, άλλοι λένε όσα τους γράφουν, άλλοι συσκέπτονται και δεν μιλούν και οι περισσότεροι σκέπτονται μεν αλλά με το μυαλό άλλων, των πολύ λίγων. Όλα μαζί δεν γίνεται να τα κάνουν όλοι. Δεν το σηκώνει η ολίγιστη εποχή μας. Πολλώ μάλλον αν είναι πρωθυπουργοί.




ΥΓ1. Δεν είμαι θρησκευόμενος. Για την ακρίβεια είμαι άθεος. Αλλά είμαι και χριστιανός ορθόδοξος. Αυτή είναι η κουλτούρα και η παράδοσή μου. Τη Μεγάλη Εβδομάδα λοιπόν, συντρόφισσα Παπαρήγα, δεν πάω σε διαδηλώσεις. Τη Μεγάλη Εβδομάδα θυμάμαι τους νεκρούς μου, προσεύχομαι στις ψυχές τους, φροντίζω τη δική μου ψυχή. Επειδή εκεί απέτυχαν όλες οι επαναστάσεις. Στο όνομα του λαού ξέχασαν τα συγκεκριμένα πρόσωπα που τον απαρτίζουν. Στο όνομα του συλλογικού καλού ξέχασαν τις ανάγκες της κάθε μιας ψυχής. Χωριστά…


ΥΓ2. Εν τω μεταξύ το πάρτι στο δημόσιο παρά την κρίση συνεχίζεται αμείωτο. Δίνονται ακόμα υπερωρίες αλλά και επιδόματα “έγκαιρης προσέλευσης”. Το μπουρδέλο, όπως θα έλεγε και ο Δώνης, αρνείται να συμμαζευτεί επειδή κατά βάθος δεν υπάρχει πολιτική βούληση για κάτι τέτοιο. Ο κομματικός συνδικαλισμός το απαγορεύει. Έν όψει των νέων μέτρων που θα εξαγγείλει ο απελπισμένος Γιωργάκης, ο φίλος του υπουργού Δρούτσα και της υφυπουργού Μιλένας ας ευχηθούμε, εν αναμονή σταυρώσεων, καλή, πραγματική, Ανάσταση!

Πέμπτη 14 Απριλίου 2011

Ελεύθερο Πανεπιστήμιο

Από την Τρίτη 17 Μαΐου, στη Στοά του Βιβλίου και στο πλαίσιο του Ελεύθερου Πανεπιστημίου, ο Μάνος Στεφανίδης αρχίζει σειρά διαλέξεων με τίτλο: "5 μαθήματα για την αρχιτεκτονική. Να γνωρίσουμε τα κτήρια, ν' αγαπήσουμε τους ανθρώπους".
Πληροφορίες: www.stoabibliou.gr

"Ο Τσαρούχης και το θέατρο"

Τη Μεγάλη Τρίτη στις 11.30 π.μ., Ο Μάνος Στεφανίδης θα μιλήσει με θέμα "Ο Τσαρούχης και το θέατρο".
Κεντρικό κτήριο της Φιλοσοφικής Σχολής, Πανεπιστημιούπολη Ζωγράφου, 6ος όροφος, αιθ. 628.
Ελεύθερη είσοδος.

Παρασκευή 8 Απριλίου 2011

Για τον Χρήστο Λαμπράκη και το Μέγαρο Μουσικής

Μνήμη Αλεξάνδρας Τριάντη


Δεν έχει συμπληρωθεί ακόμη χρόνος από το θάνατο του Χρήστου Λαμπράκη και το ΔΟΛιο οικοδόμημά του καταρρέει. Καταρρέουν οι εφημερίδες, το MEGA, οι παράπλευρες επιχειρηματικές δραστηριότητες, το Ίδρυμα Λαμπράκη, ο φερώνυμος δημοσιογραφικός Οργανισμός και κυρίως το θαυμαστό υβρίδιο πολιτικοπολιτιστικής διαπλοκής που λέγεται Μέγαρο Μουσικής. Ο Παρθενώνας της νεότερης Ελλάδος όπως το ονόμασε και η ανηκέστου μνήμης Δήμητρα Λιάνη-Παπανδρέου. Και το οποίο φέτος κλείνει 20 χρόνια λειτουργίας. Η αλήθεια αναμφισβήτητα είναι πως το Μέγαρο, η ιδεοληπτική εμμονή του μελομανούς Λαμπράκη, έβαλε τον τόπο, έστω και μέσω αποκλεισμών, σατραπισμών και μηχανορραφιών, στο σύστημα της διεθνούς σοβαρής μουσικής. Έστω και διαπράττοντας συμψηφισμούς του τύπου «ο Νταλάρας ή η Αρβανιτάκη στο Μέγαρο» για λόγους επιβίωσης. ΄Η, έστω, μη επιτρέποντας στην ΚΟΑ να κάνει πρόβες στους χώρους του. Το Μέγαρο έγραψε ιστορία. Με τι κόστος όμως και σε βάρος ποιών άλλων προτεραιοτήτων, αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Πολύ πικρή για όσους εμπλέκονται στα πολιτιστικά δρώμενα της χώρας. Μιλώ έτσι γιατί είμαι ίσως από του ελάχιστους, μετά τον Χρήστο Παπουτσάκη και τον Αντώνη Καρκαγιάννη, που άσκησα κριτική στην πολιτεία Λαμπράκη κυρίως μέσα από τις στήλες του περιοδικού «Αντί» του οποίου ήμουν βασικός συντάκτης για δέκα περίπου χρόνια. Κατά καιρούς ο Κίτσος Τεγόπουλος και η «Ελευθεροτυπία» έβαλαν εναντίον του Λαμπράκη όχι όμως για να ψέξουν τις πολιτικές του παρεμβάσεις αλλά περισσότερο για λόγους ανταγωνισμού. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι σταμάτησα να γράφω τη σαββατιάτικη επιφυλλίδα μου στην εφημερίδα όταν δεν δημοσιεύτηκε, πριν από 5 περίπου χρόνια, κείμενό μου εναντίον του ΔΟΛ, μετά από παρέμβαση του τότε εκδότη Θανάση Τεγόπουλου και του τότε αρχισυντάκτη Σήφη Πολυμίλη. Σήμερα ο πρώτος είναι στο σπίτι του και ο δεύτερος στο … ΒΗΜΑ.

Πρέπει εδώ να ειπωθεί πως ο Χρήστος Λαμπράκης, άνθρωπος αγοραφοβικός και κρυψίνους, ευφυέστατος όμως και άκρως οργανωτικός, κυβέρνησε την Ελλάδα από το παρασκήνιο για περισσότερα από 30 χρόνια, ενώ παράλληλα υπήρξε, μετά τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ανδρέα Παπανδρέου, η τρίτη σημαντικότερη πολιτική προσωπικότητα που διαμόρφωσε το κλίμα της Μεταπολίτευσης.

Επίσης ο Χρήστος Λαμπράκης ήταν μετά τη Μελίνα Μερκούρη, ο άτυπος πλην διαχρονικός υπουργός πολιτισμού εφόσον ο ίδιος διόριζε, συνελόντι ειπείν, κοινοβουλευτικούς υπουργούς Πολιτισμού της αρεσκείας του και εφόσον ουδείς πρωθυπουργός τολμούσε να επιλέξει προϊστάμενο στο κακόφημο κτήριο της οδού Μπουμπουλίνας ο οποίος δεν θα είχε καλές σχέσεις με τον ΔΟΛ. Ο μόνος που πειραματίστηκε εν ου παικτοίς υπήρξε ο Κωστάκης Καραμανλής ο οποίος αυτοκαταστροφικός ων, τοποθέτησε το εκρηκτικό δίδυμο Τατούλη – Ζαχόπουλου στο ΥΠΠΟ μπαχαλοποιώντας ένα σύστημα που δούλευε... όπως δούλευε. Ο Τατούλης επιχείρησε να ελέγξει το ΔΣ του Μεγάρου ενώ το Megaron Plus τύποις οργανωνόταν από το υπουργείο του αλλά και πάλι ο Λαμπράκης παρέμενε αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος και έκανε ό, τι ανέκαθεν ήξερε να κάνει. Να βυσσοδομεί μέσω των πραιτοριανών του και του alter ego Σταύρου μεθοδεύοντας την υπονόμευση πρωθυπουργών ή αρχηγών κομμάτων που βρίσκονταν στα πρόθυρα της εξουσίας και στήνοντας πάνω σε άλογα νεκρούς Ελ Σιντ όπως πχ τον Έβερτ επί Μητσοτάκη, τον Βενιζέλο επί Σημίτη, τη Ντόρα επί Καραμανλή, τον Βενιζέλο επί Παπανδρέου κ.ο.κ.. Αυτά όμως είναι μέσα στους κανόνες του πολιτικού παιγνίου και τα ίδια συνέβαιναν και επί Ελένης Βλάχου τότε που στην Καθημερινή δεν έκανε κουμάντο μέχρι κι ο … Μαρινάκης. Αυτό που όμως ήταν το μέγα, το ιστορικό ατόπημα του Χρήστου Λαμπράκη σχετιζόταν με την θηριώδη χορηγία που αποσπούσε από το ΥΠΠΟ για το Μέγαρο, -παράλληλα με τις χορηγίες όλων των επιφανών οικογενειών της χώρας και των τραπεζικών οργανισμών-, αποστερώντας έτσι ζωτικά κεφάλαια από οποιαδήποτε άλλη πολιτιστική δραστηριότητα. Υπήρξαν φορές που το Μέγαρο απορροφούσε από το 1/3 ως τα 2/3 (sic) του προϋπολογισμού του ΥΠΠΟΤ αφήνοντας έτσι χωρίς πόρους πχ τεράστια ανασκαφικά προγράμματα σε όλη τη χώρα, από τη Κρήτη ως τον Έβρο, αναστηλώσεις ή ανεγέρσεις μουσείων, τη Λυρική Σκηνή, τις κρατικές ορχήστρες, τις κρατικές σκηνές, το ΕΚΕΒΙ κλπ.

Η φεουδαλική λογική του Λαμπράκη δεν ήταν απλώς το Μέγαρο αντί όλων των άλλων. Ήταν το Μέγαρο εναντίον όλων των άλλων.

Πράγμα τρομαχτικό για έναν τόπο που μόλις επιχειρούσε να χτίσει μια συνεπή πολιτιστική πολιτική. Όπως π.χ συνέβη επί υπουργίας Μπένου. Απλά πως ήταν δυνατό να υπάρξει αντίλογος στην μονοκρατορία Λαμπράκη όταν λ.χ ακόμα και η Μελίνα φοβόταν τον τότε υφυπουργό της Θάνο Μικρούτσικο επειδή τον υποστήριζε ο ΔΟΛ και τον προάλειφε για υπουργό; Όπερ βέβαια και εγένετο. Κι έπειτα, με τη σειρά του, ο Μικρούτσικος ανέβασε όπερα στο Μέγαρο, την «Ελένη» αν ενθυμείσθε, σε λιμπρέτο Χρήστου Λαμπράκη. Τα γέλια που κάναμε τότε στο «Αντί» πριν ενσκήψουν οι διάφοροι ζήσηδες ακόμη ακούγονται στη Δεινοκράτους.

Αλλά έστω· κι αυτό το αμάρτημα της αλαζονείας ας είναι συγγνωστό. Το άλλο όμως της πλεονεξίας είναι ασυγχώρητο· και εδώ ο Λαμπράκης έχει συστηματικά δημιουργήσει δύο πληγές: α) Το θέμα δεν ήταν πως ο ίδιος ως παντοδύναμος ασκούσε εξουσία. Το θέμα είναι πως κι όλοι οι παρατρεχάμενοί του, εξ αυτού έλκοντες το θείον φως, ήσαν συχνά βασιλικότεροι του βασιλέως. Και, συχνότερα, ερήμην του. Δείτε ας πούμε με τι ύφος εκφωνούν τις ειδήσεις οι σταρ του Mega. Αισθάνεσαι πως αισθάνονται σαν μικροί πρωθυπουργοί. Αυτό είναι ένα επίτευγμά του το οποίο, δίκην ευεργετικού, καλύπτει όλο το φάσμα της γιαλαντζί παραδημοσιογραφίας φτάνοντας ως το …. Contra. Ο αόρατος Λαμπράκης έδωσε στον οποιοδήποτε μηντιακά εμφανιζόμενο μιαν ευλογία ισχύος θεσμικής. Αυτά πληρώνουμε σήμερα. Παράλληλα η εξουσία του απλωνόταν και εδραιωνόταν σ΄ ολόκληρο το πολιτιστικό φάσμα. Έτσι, ποικίλοι διευθυντές ή διευθύντριες μουσείων, ανώτατα στελέχη της Λυρικής ή λοιπών πολιτιστικών οργανισμών απλώς δεν υφίσταντο αν δεν είχαν την έγκρισή του. Όλες αυτές τις δεκαετίες δεκάδες πολιτιστικάριοι σταδιοδρόμησαν έχοντας σαν βασικό τους προσόν την εύνοια … Εκείνου. Εμπρός στην θέληση του Λαμπράκη οι πολιτικά υπεύθυνοι καθίσταντο ανεύθυνοι σαν … πρόεδροι Δημοκρατίας.

Κι αυτά όμως μπορούν να παραγραφούν κυρίως επειδή η παντοδυναμία Λαμπράκη κατεδείκνυε δραματικά την ανυπαρξία κράτους. Κι αυτό δεν μπορεί επ΄ ουδενί να πιστωθεί αποκλειστικά στο ΔΟΛιο άρχοντα. Πίσω από τον ικανό Λαμπράκη εκατοντάδες ανίκανοι ή τυχοδιώκτες απέκτησαν υπόσταση έχτισαν οικονομικές ή πολιτικές καριέρες, έγιναν υπουργοί, παραλίγο πρωθυπουργοί κλπ.

Και ο Κολοφώνας: β) Ο Χρήστος Λαμπράκης γράφοντας στα παλαιότερα των κατά πάγια συνήθεια πολύ παλαιών του υποδημάτων – ο ίδιος ζούσε εξαιρετικά λιτά- νόμους, δικαστήρια, πολεοδομίες υπουργικές αποφάσεις – καλά τώρα!, - συμβούλια επικρατείας κλπ. επέμεινε ώσπου τελικά κατάφερε να χτίσει την εξόφθαλμα παράνομη, φαραωνική υπόγεια του όπερα μέσα στο πάρκο Τεχνών του Δήμου Αθηνών σε σχέδιο απολύτως προσωπικό και χωρίς κατ' ουσίαν αρχιτέκτονα! Παράλληλα “έσκαψε” ένα πανάκριβο εκθεσιακό-συνεδριακό κέντρο – το γνωστό και ως Αμπού Ντάμπι- θέλοντας έτσι να αφομοιώσει πλήρως την ΕΛΣ και οποιονδήποτε άλλο μουσικοκαλλιτεχνικό θεσμό, π.χ. το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, θα τολμούσε να υπάρχει εκτός Μεγάρου. Όλα αυτά στοίχισαν αμύθητα ποσά στα οποία ο Λαμπράκης δεν συνέβαλε καθόλου και για τα οποία εγγυόταν το κράτος. Από κοντά και το Μέγαρο Θεσσαλονίκης, ένα άθλιο αρχιτεκτόνημα με τεράστιες φιλοδοξίες, ανοίγματα και εξίσου τεράστια αδιέξοδα σήμερα!

Τι μέλλει γενέσθαι; Ποιος θα πληρώνει για το κολοσσιαίο άνοιγμα του Μεγάρου Μουσικής; Μα βέβαια το υπερχρεωμένο και πτωχευμένο κράτος που τέθηκε εγγυητής για τα τραπεζικά του δάνεια. Όπερ σημαίνει ότι ο Χρ. Λαμπράκης έκανε το κέφι του χρησιμοποιώντας -κι αυτός- δημόσιο χρήμα και μάλιστα χωρίς να λογοδοτεί πουθενά. Σήμερα την ευθύνη του Μεγάρου έχει ένα ικανός άνθρωπος που όμως γνωρίζει πόσο αξεπέραστα είναι τα αδιέξοδα. Ο Ιωάννης Μάνος. Κυρίως γιατί ο συγκεκριμένος θεσμός σχεδιάστηκε μ΄ έναν τέτοιο τρόπο ώστε να είναι εξ αρχής ανανταποδοτικός και ελλειμματικός. Το κράτος απέτυχε στη διοίκησή του όπως απέτυχε εξίσου και ο ιδιωτικός παράγων. Ο Λαμπράκης, όσο ζούσε, απλώς κέρδιζε χρόνο διευθύνοντας προσωπικά το μουσικό παίγνιο “η τυφλόμυγα”. Τώρα, οι “Φίλοι του Μεγάρου Μουσικής”, το Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία και το ΥΠ.ΠΟΤ ως ανάδοχος φορέας πληρώνουν και τυπικά και ουσιαστικά σφάλματα άλλων. Αναμφισβήτητα το Μέγαρο πρέπει να επιβιώσει, χωρίς όμως τους ηγεμονισμούς και τους βυζαντινισμούς του παρελθόντος.

Αυτόν τον Γόρδιο Δεσμό σήμερα ποιος πολιτικός μπορεί να τον λύσει;


ΥΓ. Αυτό τον καιρό στην Ελβετία οργανώνονται μουσικές εκδηλώσεις για τα δεκάχρονα από τον θάνατο του Ιάνη Ξενάκη. Εμείς;

Κυριακή 3 Απριλίου 2011

Μη τον Μίκη!

Δυο φίλοι που τιμώ και εκτιμώ ο οξυδερκής αποτιμητής του μικροσκοπικού Κώστας Μαυρουδής και ο απολογητής του κοινού νοός Ανδρέας Παππάς με στενοχώρησαν γιατί με κείμενα τους στο “Δέντρο” και την “Athens Voice” σάρκασαν τον Μίκη και την “Σπίθα” σου. Όντως ο Μίκης στον πληθωρικό ναρκισσισμό του παρενέβη πάλι δημιουργώντας στα ογδόντα του θυμηδία (;) με τις προτάσεις για δράση και αντίδραση. Περισσότερο όμως από την ρομαντική παρέμβαση του αυτή καθαυτή ο Μίκης, ο ουρανομήκης, θέλησε να πει κάτι άλλο, σημαντικότερο. Κυρίως να μιλήσει για την ανυπαρξία του λεγομένου “πνευματικού” κόσμου απέναντι στη λαίλαπα που έχει ενσκήψει στον τόπο. Και αυτά δεν είναι πράγματα για να σχολάζει και να σχολιάζει κανείς αβρόχοις ποσίν. Ο τόπος αντιμετωπίζει τεράστια κρίση ιδεολογική, κοινωνική και πολιτική και η κοινωνία ευρύτερα βρίσκεται σε εξακολουθητική κατατονία μη έχοντας σημεία αναφοράς, ερμηνείες της παρακμής, παραδείγματα που θα της εμπνεύσουν, στοιχειώδη αντίδραση. Ο Μίκης λοιπόν έδρασε, έστω σαν... Μίκης. Με τους υπόλοιπους τι γίνεται; Εκτός κι αν μόνη μας υποχρέωση είναι να γράφουμε τα κείμενά μας ασχολούμενοι με τις αντιδικίες ή τις συμπεφωνημένες κριτικές του μικρόκοσμού μας. Με την Ακαδημία να καθεύδει φιάχνοντας καινούργια ... γραφεία, με τις εφημερίδες γνώμης να έχουνε εκπέσει σε δισκάδικα, με τη τηλεόραση να διδάσκει χυδαιότητα και τσογλανισμό και τους κυβερνώντες να μας υποδεικνύουν ιταμά πως ο μόνος μας δρόμος είναι μονόδρομος εφόσον “μαζί τα φάγαμε”. Διερωτώμαι πως θα αντιδρούσαν ο Γιάννης Ρίτσος, ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ο Νίκος Καρούζος αλλά και ο Νίκος Εγγονόπουλος ή ο Γιώργος Σεφέρης αν ζούσαν σήμερα. Ο Μίκης διαθέτει ανάλογο ύψος έστω κι αν το έχει σπαταλήσει χωρίς περίσκεψη. Έστω κι αν ο ίδιος συχνά υπέκυψε στη γοητεία του Μαμωνά. (Ο γράφων του άσκησε σκληρή κριτική όταν λ.χ εμφανίστηκε σαν ... Λάκης στην εκπομπή του παντός καιρού Λαζόπουλου.) Αλλά ο Μίκης έχει δική του άποψη για τον προσωπικό του παιδαγωγικό-παρεμβατικό λόγο. Κι ενώ έχουμε καταπιεί αμάσητο τον δαφνοστεφή πατρίκιο της ποίησης μας όταν εκστασιαζόταν από το σημιτικό εκσυγχρονισμό αποδεχόμενος τα ουδόλως ευκαταφρόνητα οφίκια του ή ενώ χειροκροτούμε την πολυβραβευμένη μας υμνωδό του ... Ψιψινάκη, είμαστε αμείλικτοι με τον Μίκη. Φίλτατοι προέχει νομίζω να μιλήσουμε ευθέως για την ανεπάρκεια των τρεχόντων πολιτικών μεγεθών του “μηδέν εις το πηλήκιο”.

Δηλαδή για όλους αυτούς που μας έχουν γεμίσει συλλογική ενοχή και μας υποβιβάζουν σε όμοιους τους. Αν δεν μας αρέσει η “σπίθα” του Μίκη ας ανάψουμε άλλες. Γρήγορα όμως. Επειδή η Τέταρτη των Τεφρών καραδοκεί. Άνθρωποι απροσδιονύσοι ετάζουν τα θέματα παιδείας ή πολιτισμού, υπαλληλικές φιγούρες με φράκο διαφεντεύουν εν κρυπτώ κρισιμότατα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Και δεν είναι αυτά μόνο συνωμοσιολογικές υστερίες. Η κυρίαρχη επωδός συμποσούται στο “όλοι φταίμε” και στην ανάδυση συγχρόνου ραγιαδισμού. Δηλαδή “τα κεφάλια μέσα”. Από τη μία ο συμπεφωνημένος συνδικαλισμός των κομματικών ινστρουκτόρων και από την άλλη η αφωνία ενός κόσμου που δεν διαθέτει γλώσσα για να ουρλιάξει. Γι αυτά δεν θα μιλήσουμε;

Έπειτα ο Μίκης διαθέτει ανέκαθεν το χάρισμα να συνεγείρει. Διερωτώμαι, ποιος άλλος μπορεί να το κάνει. Βλέπω τα πνευματικά μας μεγέθη σαν ασβούς χωμένους στα λαγούμια τους και θλίβομαι. Τέλος, αν η “Σπίθα” αλωθεί από τους επαγγελματίες εθνικόφρονες ή τους πατριδολάτρες τύπου Άνθιμου τόσο το χειρότερο για μας τους υπόλοιπους. Το ζήτημα είναι ν' αντισταθούμε. Το πως θα το βρούμε αντιστεκόμενοι.